DictionaryForumContacts

   Finnish Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P R S T U V W Y Z   <<  >>
Terms for subject Environment (14343 entries)
laimennus μέτρο (ενέργεια) για τον μετριασμό
laimennus μέτρο (ενέργεια για τον μετριασμό)
laiminlyönti εγκληματικότητα
lain täytäntöönpano επιβολή του νόμου
lainhuutorekisteri μητρώο ακινήτων
lainkäyttöviranomainen δικαστικό σώμα
lainmuutos τροποποίηση νόμου
lainsäädäntöelin νομοθετικό σώμα
lainsäädäntötoimivalta νομοθετική αρμοδιότητα
lainsäätämisjärjestys νομοθετική διαδικασία
lainsäätämisvalta νομοθετική αρχή
laissa suojeltu oikeus έννομο δικαίωμα
lait ατομικές διοικητικές πράξεις
lait αποφάσεις
lait πράξεις/αποφάσεις
laite ηλεκτρονικό στοιχείο
laite ηλεκτρονικό εξάρτημα
laitoksen kunnostus επισκευή εγκατάστασης
laitoksen osa φυτικό συστατικό
laiton jätteiden siirto παράνομη μεταφορά