DictionaryForumContacts

   Finnish Greek
A B C D E F G H I J K L M N O PR S Š T U V WY Z Ž Å Ä Ö   <<  >>
Terms for subject Environment (14343 entries)
päätöksenteon tuki υποστήριξη για τη λήψη αποφάσεων
päätös αποφάσεις
päätös απόφαση
päätös διάταγμα/απόφαση (δικαστηρίου)
päätös απόφαση (δικαστηρίου)
päätös, välipäätös" διαγραμμισμός/αποφάσεις (σύνολο)
päätöslauselma ψήφισμα
päätöslauselma ψήφισμα (πράξη)
päätöstukijärjestelmä σύστημα υποστήριξης αποφάσεων
pääviemäri κεντρικός αγωγός λυμάτων
pääviemäri σωληναγωγός λυμάτων
padon kuivatus αποστράγγιση φράγματος
padon t. penkereen vahvistus ενίσχυση αναχώματος
pahanhajuinen aine δυσώδης ουσία
paikalla tapahtuva jäteveden puhdistus επεξεργασία λυμάτων στον χώρο παραγωγής
paikallinen τοπικό
paikallinen kehitys τοπική ανάπτυξη
paikallinen lähde τοπική πηγή
paikallinen laji ενδημικό είδος
paikallinen lämmön hankinta τοπική παροχή θέρμανσης