DictionaryForumContacts

   Finnish Greek
A B C D E F G H I J K L M N O PR S Š T U V W X Y Z Ž Å Ä Ö   <<  >>
Terms for subject Materials science (3163 entries)
apukalusto διασωστικός εξοπλισμός
aramidikuidut ίνα αραμίντ
asentaa συναρμολογώ
asetyleenipullo φιάλη ασετυλίνης
asiattomalta käytöltä suojattu εγγυημένος απαραβίαστης διεργασίας
asiattomalta käytöltä suojattu εγγυημένος για το απαραβίαστο
askelma ρηγμάτωση από σχηματισμό βαθμίδων στα περατωτικά όρια των κόκκων
askeltariffi τιμολόγιο κινητής κλίμακας
askeltariffi τιμολόγιο κλιμακωτής τιμής
askeltariffi τιμολόγιο μεταβλητών τιμών ανά κλιμάκιο
auki rullaaminen εκτύλιξη
automaattinen säätöjärjestelmä σύστημα αυτομάτου ελέγχου
automaattinen syöttö αυτόματη τροφοδοσία
automaattisesti imevä pumppu αναρροφητική αντλία
avaamisohje οδηγίες ανοίγματος
avata korkki εκπωματίζω
avata tulppa εκπωματίζω
avoin rimahäkki ανοικτό κιβώτιο
avoin suhteutus κοκκομετρική διαβάθμιση για υψηλό ποσοστό κενών
avopäinen tulppa Bούλωμα με ανοιχτό άκρο