DictionaryForumContacts

   Finnish Greek
A B C D E F G H I J K L M N O PR S Š T U V W X Y Z Ž Å Ä Ö   <<  >>
Terms for subject Construction (3201 entries)
yhdistelmärakenne σύμμικτη κατασκευή
yhdyskuntajätteiden polttolaitos εγκατάσταση αποτέφρωσης αστικών απορριμμάτων
yhdyskuntajätteiden polttolaitos εγκατάσταση καύσης αστικών απορριμμάτων
yhteenvetoraportti πλήρης έκθεσις διακοπείσης ερεύνης
yhteiskunnalliset palvelut δημόσιες εγκαταστάσεις
yhteisvaikutus σύνθετος ενέργεια
yhtenäismarkkinakatsaus επανεξέταση της Ενιαίας Αγοράς
yhtenäismarkkinakatsaus Επισκόπηση της ενιαίας αγοράς
yksi-tai puolitoistakerroksinen rakennus χαμηλό κτίσμα
yksi-tai puolitoistakerroksinen rakennus κατοικία ενός ή δυο ορόφων
yksikerroksinen muotti λυόμενοι τύποι εξ απλής σειράς πλαισίων
yksikerroksinen perusmuotti λυόμενοι τύποι εξ απλής σειράς πλαισίων με ορθοστάτας ισοϋψείς προς αυτά
yksikerroksinen talo μονώροφη κατοικία
yksikerroksinen yhdistelmämuotti μικτοί λυόμενοι τύποι εξ απλής σειράς πλαισίων
yksikerrosverhous επένδυση με μιά στρώση
yksikköpilarimenetelmä μέθοδος μοναδιαίων υποστυλωμάτων
yksimuoto- απλού ρυθμού
yksimuotoinen απλού ρυθμού
yksiseinäinen jäykistetty työpato πρόφραγμα μετά τοιχώματος με εσωτερικήν αμφιδέτησιν
yksiseinäinen maatäytteinen työpato πρόφραγμα μετά τοιχώματος με χωματοπλήρωσιν