Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
German
⇄
Greek
A
B
D
E
F
G
H
K
L
M
N
P
Q
R
S
V
Z
Ü
<<
>>
Terms for subject
Employment
(99 entries)
Hauspersonal
οικιακοί βοηθοί
Humanressourcen
ανθρώπινοι πόροι
Konferenztechniker/in
τεχνικός συνεδριάσεων
Lehrstelle
θέση μαθητευόμενου
leitender Ingenieur
πρώτος μηχανικός
Lernen durch Leistungsvergleiche
συγκριτική μάθηση
Manager
διοικητικό στέλεχος
Maßnahmen zur Wiederbeschäftigung
δημιουργία πλαισίου επαναπασχόλησης
nationaler Beschäftigungsplan
εθνικό σχέδιο για την απασχόληση
nicht angemeldete Unternehmen und Beschäftigungsverhältnisse
αδήλωτη εργασία
Personal
ανθρώπινοι πόροι
Protokoll zum Übereinkommen über die Plantagenarbeit
Πρωτόκολλο σχετικό με τη σύμβαση για τις φυτείες 1958
qualifizierter Arbeitsplatz
ειδικευμένη απασχόληση
Rentenalter
ηλικία συνταξιοδότησης
Rentenaltersgrenze
ηλικία συνταξιοδότησης
Reserveliste
πίνακας προσλήψεων
Richtlinie "Wahrung von Ansprüchen"
Οδηγία περί κεκτημένων δικαιωμάτων
Richtlinie "Wahrung von Ansprüchen"
Οδηγία περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, σχετικά με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων
saisonale Beschäftigung
εποχική απασχόληση
Saisonarbeit
εποχική απασχόληση
Get short URL