DictionaryForumContacts

   German Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W Z   <<  >>
Terms for subject Municipal planning (1780 entries)
angesetzter Griff προσαρμοσμένη λαβή
Anlagenlüftung εξαέρωση εγκαταστάσεων
Annäherungssignalsystem σύστημα χειρισμού των σημάτων κατά την προσέγγιση προς αυτά
Annäherungssteuerung σύστημα χειρισμού των σημάτων κατά την προσέγγιση προς αυτά
Anrichte κομμό
Anrufklappe θυρίδα τηλεφωνικής κλήσης
Anschluss σύνδεση
Anstroemgeschwindigkeit μετωπική ταχύτητα
Anstroemhaube στόμιο εισαγωγής
Anzapf-Kondensationsturbine στρόβιλος συμπύκνωσης μη ελεγχόμενης απομάστευσης
Apparate Taupunkt ισοδύναμο σημείο δρόσου
Arbeit aus Edelmetall τεχνούργημα σε πολύτιμο μέταλλο
Arbeit aus mehreren Edelmetallen τεχνούργημα από πολύτιμο πολυμέταλλο
Armlehne στήριγμα των αγκώνων
Armlehne υποστήριγμα αγκώνων
Armstuetze υποστήριγμα βραχιόνων
Aschenbecher στακτοδοχείο
Aschenbecher auf Sockel σταχτοδοχείο πάνω σε βάση
Aschenbehaelter auf Sockel σταχτοδοχείο πάνω σε βάση
Aschenkasten τεφροδόχος