Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
German
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Ä Ö
Ü
ß
<<
>>
Terms for subject
Forestry
(3360 entries)
Zukunftsbaum
επίλεκτο δέντρο
Zukunftsbaum
κύριος κορμός
Zündkerze
μπουζί
zurück zum Anfang
από το τέλος προς την αρχή
zurück zum Anfang
από τα πίσω προς τα εμπρός
zusammen arbeiten
συνεργάζομαι
Zusammenfassung
περίληψη
Zusammenfassung
σύνοψη
Zusatzstoffe
πρόσθετα
Zuständigkeit
ικανότητα
Zuständigkeit
επάρκεια
Zuwachsbohrer
προσαυξητική τρυπάνη
Zweig
κλάδος
Zweig
κλαδάκι
Zweig
κλαδίσκος
Zweige
κλαδιά
Zweige
κλάδοι
Zweigriff-Harvester
μηχάνημα συγκομιδής με διπλή αρπάγη
zweiseitig
διπλής όψης
zweite Qualität
διαλογής
Get short URL