DictionaryForumContacts

   German Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S TV WY Z Ä Ö Ü ß   <<  >>
Terms for subject Economy (14916 entries)
Tätigkeitsbericht έκθεση δραστηριοτήτων
Tätigkeitsbericht der Kommission über die IMP έκθεση δραστηριότητας MOΠ
Tätigkeitsfeld πεδίο δραστηριότητας
tatsächlich an das Mutterunternehmen abgeführte Gewinne εισοδήματα που μεταφέρονται πραγματικά στη μητρική επιχείρηση
tatsächlich erbrachte Pensionsleistungen σύνταξη λόγω αποχώρησης που πραγματικά καταβάλλεται
tatsächlich gezahlter Zins πραγματικός τόκος
tatsächlich konvertierbare Landeswährung πραγματικά μετατρέψιμο εθνικό νόμισμα
tatsächlich konvertierbare Währung πραγματικά μετατρέψιμο ξένο νόμισμα
tatsächlich vom Käufer gezahlter Preis unter Berücksichtigung der geltenden Mehrwertsteuerregelung τιμή που πραγματικά πληρώνεται από τον αγοραστή,λαμβανομένης υπόψη της λειτουργίας του ΦΠΑ
tatsächlich von den Käufern zu tragende Preise τιμές που πραγματικά βαρύνουν τους αγοραστές
tatsächliche Ausfuhr von Dienstleistungen πραγματικές εξαγωγές υπηρεσιών
tatsächliche Einfuhr von Dienstleistungen πραγματικές εισαγωγές υπηρεσιών
tatsächliche Markttransaktionen ähnlicher Waren und Dienstleistungen πραγματικές εμπορεύσιμες συναλλαγές παρόμοιων αγαθών και υπηρεσιών
tatsächliche Produktion zu Ab-Werk-Preisen ohne in Rechnung gestellte Mehrwertsteuer πραγματική παραγωγή σε τιμές παραγωγού χωρίς τον τιμολογούμενο ΦΠΑ
tatsächliche Produktion zu Herstellungspreisen πραγματική παραγωγή σε βασικές τιμές
Tatsächliche Sozialbeiträge der Arbeitgeber πραγματικές κοινωνικές εισφορές εργοδοτών
tatsächliche Sozialbeiträge insgesamt πραγματικές κοινωνικές εισφορές
tatsächliche Sozialbeiträge nach Bestimmungssektoren und nach Beitragsarten πραγματικές κοινωνικές εισφορές κατά τομέα προορισμού και κατά είδος
tatsächliche Sozialbeiträge von Nichtarbeitnehmern πραγματικές κοινωνικές εισφορές των μη μισθωτών
tatsächliche Veränderung von Forderungen und Verbindlichkeiten πραγματικές μεταβολές των χρηματοπιστωτικών απαιτήσεων και υποχρεώσεων