Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
German
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Ä Ö
Ü
ß
<<
>>
Terms for subject
Economy
(14916 entries)
Streugrenzen
όρια διασποράς
Strip
Ομόλογο με αποκομμένο τοκομερίδιο
( χωριστή διαπραγμάτευση τόκων και κεφαλαίου)
Strom nicht vorgesehen
ροή μη προβλεπόμενη από το σύστημα
Strom vorgesehen
ροή προβλεπόμενη από το σύστημα
Ströme bei Sachleistungen
ροές σε είδος
Ströme der Arbeitseinkommen mit der Übrigen Welt
ροές μισθών και ημερομισθίων προς και από την αλλοδαπή
Stromkosten
κόστος ηλεκτρικού ρεύματος
Stromkreis
κύκλωμα
Stromversorgung
ηλεκτροφωτισμός
Strukturänderung innerhalb des Stromes
μεταβολές στη σύσταση της ροής
Strukturanpassung
διαρθρωτική προσαρμογή
Strukturanpassung
διαρθρωτική αναπροσαρμογή
Strukturanpassungshilfe
ενίσχυση διαρθρωτικών προσαρμογών
Strukturausgabe
διαρθρωτική δαπάνη
strukturelle Anpassung
διαρθρωτική αναπροσαρμογή
strukturelle Arbeitslosigkeit
διαρθρωτική ανεργία
strukturelle Inflation
διαρθρωτικός πληθωρισμός
strukturelles Defizit
διαρθρωτικό έλλειμμα
strukturelles Haushaltsdefizit
διαρθρωτικό έλλειμμα
strukturelles Ungleichgewicht zwischen Angebot und Nachfrage
διαρθρωτική έλλειψη ισορροπίας μεταξύ προσφοράς και ζήτησης
Get short URL