DictionaryForumContacts

   German Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V WY Z Ä Ö Ü ß   <<  >>
Terms for subject Transport (42679 entries)
schiefe Brücke λοξή γέφυρα
schiefer Winkel λοξή γωνία
schiefer Winkel οξεία γωνία
Schiefflügel λοξή πτέρυγα
Schieflastmelderelais ρελέ ελέγχου ασύμμετρης φόρτισης
Schieflastmelderelais ηλεκτρονόμος ελέγχου ασύμμετρης φόρτισης
Schienbein-Schlagprüfung δοκιμή κρούσης της κνήμης
Schiene mit Aussparung σιδηροτροχιά με κοιλότητα
Schiene mit Aussparung σιδηροτροχιά σκαμένη προς τα μέσα
Schiene-Strasse-Omnibus dual mode bus
Schiene-Strasse-Omnibus δίμορφο λεωφορείο
Schiene-Straße-Sattelauflieger ημιρυμουλκούμενο όχημα οδικό-σιδηροδρομικό
Schiene-Straße-Verkehr υπηρεσία σιδηροδρομικών-οδικών μεταφορών
Schienen-Strassen-Anhaenger ρυμουλκούμενο που κινείται τόσο σε σιδηροτροχιές όσο και στο δρόμο
Schienen-Strassen-Anhaenger ρυμουλκούμενο σιδηροτροχιάς και οδού
Schienen-Strassen-Sattelaufleger ρυμουλκούμενο που κινείται τόσο σε σιδηροτροχιές όσο και στο δρόμο
Schienen-Straßenfahrzeug σιδηροδρομικό-οδικό όχημα
Schienenabnutzungsmesser συσκευή μετρήσεως της φθοράς των σιδηροτροχιών
Schienenabnutzungsmesser όργανο μετρήσεως της φθοράς των σιδηροτροχιών
Schienenabschnitt τεμαχισμένη σιδηροτροχιά