Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
German
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Ä Ö Ü ß
<<
>>
Terms for subject
Environment
(17443 entries)
in Anlage I aufgeführtes Land
χώρα του Παραρτήματος Ι
in der Industrie verwendeter chemischer Reagent
χημικό αντιδραστήριο που χρησιμοποιείται στη βιομηχανία
in der Landwirtschaft verwendete chemische Substanzen
γεωργικές ζυμικές ουσίες
in der Luft suspendierte Stoffe
αιωρούμενη ύλη στον αέρα περιβάλλοντος
in die NPL aufgenommene Altlast
τελική θέση
in die NPL aufgenommene Altlast
τελικός χώρος διάθεσης
in einem breiten horizontalen Band waren die Rontgenstrahlen semihomogen
Οι ακτίνες Χ ήταν ημιομοιογενείς σε μια ευρεία οριζόντια ζώνη.
in Episoden
επεισοδιακότητα
in Glas eingeschlossener radioaktiver Abfall
ραδιενεργά απόβλητα εγκιβωτισμένα σε υαλώδεις μήτρες
in Mischflüssigkeiten gelöste Stoffe
αιωρούμενα στερεά μικτού υγρού
in Pulverform
σε κατάσταση σκόνης
in situ-Messnetz
δίκτυο επιτόπιων μετρήσεων
in vitro-Test
προσδιορισμός
(ανάλυση)
σε δοκιμαστικό σωλήνα
in vitro-Test
προσδιορισμός
(ανάλυση σε δοκιμαστικό σωλήνα)
in vivo-Test
προσδιορισμός
(ανάλυση)
σε ζώντα οργανισμό
in vivo-Test
προσδιορισμός
(ανάλυση σε ζώντα οργανισμό)
in-situ
επί τόπου
in-situ
επιτόπιος
In-situ-Erhaltung
διατήρηση στο φυσικό περιβάλλον
In-situ-Erhaltung
επί τόπου διατήρηση
Get short URL