Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
German
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X Y
Z
Ä Ö
Ü
ß
<<
>>
Terms for subject
Fish farming (pisciculture)
(4325 entries)
Hochseefischerei
αλιεία ανοιχτής θάλασσας
Hochseefischerei
ωκεάνεια αλιεία; αλιεία ανοικτής θάλασσας
Hochseefischereiflotte
στόλος για την αλιεία ανοικτής θαλάσσης; αλιευτικός στόλος ανοικτής θαλάσσης
Hochseeflotte
στόλος για την αλιεία ανοικτής θαλάσσης; αλιευτικός στόλος ανοικτής θαλάσσης
hochstauendes Grundschleppnetz
τράτα υψηλού ανοίγματος
Hoheitsrechte zum Zwecke der Erforschung, Nutzung, Erhaltung und Bewirtschaftung der Meeresschätze
κυριαρχικά δικαιώματα για την αναζήτηση, την εκμετάλλευση, τη διατήρηση και τη διαχείριση των πόρων
Höhenscherbrett
αετός
Höhenscherbrett
υδραετός
Hol
καλάδα
Hol
αλίευμα
Hol
διχτυά
Hol
αλιευτική δραστηριότητα
Hol
ανέλκυση των δικτύων
Horizontallotung
οριζόντιος ακουστικός εντοπισμός
Hornfisch
σάργομος
Hornfisch
βελονίδι
Hornfisch
ζαργάνα
Hornhecht
σάργομος
Hornhechte
γιγαντοζαργάνες
Hosen-Steert
σάκκος-παντελόνι
Get short URL