Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
German
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X Y
Z
Ä Ö
Ü
ß
<<
>>
Terms for subject
Business
(587 entries)
gleichwertig
ισοδύναμος, -ο
gliedern
κατανέμω
Gliederung
τύπος, υπόδειγμα
Gliederung der Bilanz
δομή του ισολογισμού; διάρθρωση του ισολογισμού
Gliederung der Schemata
διάρθρωση των υποδειγμάτων
Grössenmerkmal
όριο
(εκφρασμένο με αριθμούς)
großer Preisschritt
μείζον βήμα τιμών
Gründe der Vorsicht
λόγοι συνέσεως
Gründeranteil
ιδρυτικός τίτλος
Grundkapital
μετοχικό κεφάλαιο
Grundstücke
ακίνητες αξίες
Gruppe "Gesellschaftsrecht"
(Zweite Richtlinie)
Ομάδα "Δίκαιο των εταιριών"
(Δεύτερη οδηγία)
Gütezeichen
Σήμα ποιότητας
Gutgläubigkeit
καλή πίστη
Guthaben
διαθέσιμα
(ποσά)
Herausgabepflicht
υποχρέωση απόδοσης
herrschende Gesellschaft
δεσπόζουσα εταιρία
Hilfsartikel
Εμπορεύματα χρησιμοποιούμενα από μια επιχείρηση προκειμένου να διευκολυνθεί η διάθεση του κυρίου εμπορεύματος
Hilfswaren
Εμπορεύματα χρησιμοποιούμενα από μια επιχείρηση προκειμένου να διευκολυνθεί η διάθεση του κυρίου εμπορεύματος
hinreichend begründet
δεόντως αιτιολογημένος; επαρκώς δικαιολογημένος
Get short URL