DictionaryForumContacts

   German Greek
B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V WY Z Ä Ö Ü ß   <<  >>
Terms for subject Finances (21063 entries)
Ein-und Ausfuhrzoelle οι εισαγωγικοί ή εξαγωγικοί δασμοί
Ein-und Ausgänge σημεία εισόδου και εξόδου
Einbehalt des Schuldners beim Verkauf belasteter Immobilien παρακράτηση τμήματος ενυπόθηκου δανείου μέχρι την πώληση του ακινήτου
Einbeziehung der Aktionäre ενεργός συμμετοχή των μετόχων
Einbeziehung in die Wirtschaft ενσωμάτωση στην οικονομία
einbringende Gesellschaft εισφέρουσα εταιρεία
Einbringung von Unternehmensteilen εισφορά ενεργητικού
Einbringungsaktie μετοχή σε αντάλλαγμα εισφοράς
Einbringungsaktie μετοχή έναντι εισφοράς σε είδος
Einbringungsaktie μετοχή αμοιβής
Einbruch οπισθοδρόμηση τιμής
Einbuchungswert der Titel im Portfolio κόστος εισόδου τίτλων στο χαρτοφυλάκιο
Eindämmung der Agrarausgaben έλεγχος των γεωργικών δαπανών
Eindämmung der Agrarausgaben συγκράτηση των γεωργικών δαπανών
eindecken αντισταθμίζω μια θέση
eindecken καλύπτω μια θέση
eindecken κάλυψη
Eindeckungsverfahren διαδικασία αγοράς
eine Abänderung annehmen εγκρίνω τροπολογίες στο σχέδιο προϋπολογισμού
eine Abänderung annehmen επιφέρω τροποποιήσεις