Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
German
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Ä Ö
Ü
ß
<<
>>
Terms for subject
Economy
(14916 entries)
Deflator des Brutonationalprodukts
αποπληθωριστής εθνικού ακαθάριστου προϊόντος
Degressionsschwelle der Bank
"νεκρό σημείο" της τράπεζας
degressive Abschreibung
φθίνουσα απόσβεση
dehydriertes Lebensmittel
αφυδατωμένο προϊόν
Dekarbonisierung
απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές
Dekonzentration
αποκέντρωση
Dekret
διάταγμα
Delegation der Union
αντιπροσωπεία της Ένωσης
Delegation EP
αντιπροσωπεία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Delegation für die Industrialisierung
αντιπροσωπεία για τον εκβιομηχανισμό
delegierte Richtlinie
κατ' εξουσιοδότηση οδηγία
delegierte Verordnung
κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός
delegierter Beschluss
απόφαση κατ' εξουσιοδότηση
Delfin
δελφίνι
deliberative Demokratie
δημοκρατία με εξουσία λήψης αποφάσεων
dem Erzeuger bei Lieferung frei Werk zu zahlender Preis
τιμή που πρέπει να καταβληθεί στον παραγωγό στό στάδιο της επεξεργασίας
dem Erzeuger gezahlter Preis
τιμή εισπραχθείσα από τον παραγωγό
dem Exporteur gewährte Deckung
εγγύηση χορηγούμενη στον εξαγωγέα
dem Exporteur gewährte Deckung
κάλυψη που παρέχεται στον εισαγωγέα
dem technischen Fortschritt Rechnung tragen und ihn beschleunigen
λαμβάνεται υπ'όψη και επιταχύνεται η τεχνική πρόοδος
Get short URL