DictionaryForumContacts

   German Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W XZ Ä Ö Ü ß   <<  >>
Terms for subject Environment (17443 entries)
Aromastoff αρωματισμός
Aromastoff αρτύματα
Aromastoff αρωματική ουσία
Aromastoff καρύκευση
Aromastoff αρωματισμός/καρύκευση/αρτύματα/αρωματική ουσία
aromatischer Kohlenwasserstoff αρωματικός υδρογονάνθρακας
arsenhaltige Abfaelle Απόβλητα που περιέχουν αρσενικό
Art (Spezies) είδος
Art (Spezies είδος
Art der Umwelt οικολογικό πλαίσιο
Art, die Versand oder Gefangenschaft nicht überleben würde ευαίσθητο είδος
Artbildung ειδογένεση
Artbildung σχηματισμός είδους
Artenreichtum der Natur βιολογική ποικιλία στη φύση
Artenreichtum der Natur βιολογική ποικιλία της φύσης
Artenschutz προστασία των ειδών
Artenschutzprogramm πρόγραμμα διατήρησης του είδους
Artenschutzprogramm πρόγραμμα διατήρησης του είδους (των ειδών)
Artenstehung σχηματισμός είδους
Artenstehung ειδογένεση