DictionaryForumContacts

   German Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S TV W X Y Z Ä Ö Ü ß   <<  >>
Terms for subject Education (2076 entries)
aktives Lernen ενεργός μάθηση
Akzentlicht φωτισμός έμφασης
Allgemein- und Berufsbildung, allgemeine und berufliche Bildung, Bildung und Ausbildung επαγγελματική εκπαίδευση και μόρφωση
allgemeinbildender Unterricht γενικά μαθήματα
Allgemeinbildung γενική μόρφωση
allgemeine Ausbildung γενική εκπαίδευση
allgemeine berufliche Orientierung γενικός επαγγελματικός προσανατολισμός
Allgemeine Hochschulreife, Option A ακαδημαϊκό απολυτήριο φιλοσοφικής-φιλολογικής κατεύθυνσης
Allgemeine Hochschulreife, Option B ακαδημαϊκό απολυτήριο οικονομικής και κοινωνιολογικής κατεύθυνσης
Allgemeine Hochschulreife, Option C ακαδημαϊκό απολυτήριο θετικής κατεύθυνσης
allgemeine mittlere Sekundarschulausbildung μέση γενική δευτεροβάθμια εκπαίδευση
allgemeine Regelung zur Anerkennung der Hochschuldiplome, die eine mindestens dreijährige Berufsausbildung abschliessen γενικό σύστημα αναγνώρισης των διπλωμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που πιστοποιούν επαγγελματική ακπαίδευση ελάχιστης διάρκειας τριών ετών
Allgemeine Schulordnung Γενικός Kανονισμός λειτουργίας του σχολείου
Allgemeine und berufliche Bildung 2010 Εκπαίδευση και κατάρτιση 2010
allgemeine Zulassungsprüfung γενικές εισαγωγικές εξετάσεις
alternierende Ausbildung εναλασσόμενη επαγγελματική κατάρτιση
alternierende Ausbildung εναλλασσόμενη εκπαίδευση
alternierende Berufsbildung συνδυασμός επαγγελματικής εκπαίδευσης και εργασίας
alternierende Berufsbildungsabschnitte περίοδοι εναλλασσόμενης κατάρτισης
altsprachliche Abteilung κλασικό τμήμα