DictionaryForumContacts

   German Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S TV W X Y Z Ä Ö Ü ß   <<  >>
Terms for subject Accounting (1597 entries)
allgemeines Preisniveau γενικό επίπεδο τιμών
als Finanzinvestition gehaltene Immobilie επένδυση σε ακίνητα
als Sicherheit gestellt ενεχυριασμένος/η/ο ως εγγύηση
als Sicherheit gestellt ενεχυριασμένος/η/ο ως εξασφάλιση
Altersversorgungssysteme προγράμματα συνταξιοδότησης
Altersversorgungssysteme auf der Basis der eingezahlten Beiträge συνταξιοδοτικά προγράμματα χρηματικής αγοράς
amortisierte Kosten αποσβεσμένο κόστος
Amortisierung von Agiobeträgen απόσβεση ασφαλίστρου
Amtsblatt der Europäischen Gemeinschaften Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων
An-und Zwischenzahlung πληρωμές τοις μετρητοίς
Analyseinstrument εργαλείο ανάλυσης
analytisches Prüfungsverfahren αναλυτική διαδικασία
andere langfristig fällige Leistungen an Arbeitnehmer λοιπές μακροπρόθεσμες παροχές σε εργαζομένους
Änderung der Bilanz λογαριασμός μεταβολών του ισολογισμού
Änderung der Sektorzuordnung μεταβολές της ταξινόμησης και της δομής τομέων
Änderung der Vermögensart μεταβολές της ταξινόμησης περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων εκτός από νομισματοποίηση/απονομισματοποίηση χρυσού
Änderung einer Schätzung μεταβολή της λογιστικής εκτίμησης
Änderungen μεταβολές
angemessene Prüfungsnachweise κατάλληλα αποδεικτικά στοιχεία ελέγχου
angenommener Grad des Kontrollrisikos εκτίμηση για το επίπεδο του κινδύνου του ελέγχου