Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
German
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Ä Ö Ü ß
<<
>>
Terms for subject
Finances
(21063 entries)
V-Gipfel
κορυφή σε σχήμα V
vagabundierendes Kapital
ποσοστό μετοχών που διατίθεται μέσω δημόσιας εγγραφής και μέσω του χρηματιστηρίου
vagabundierendes Kapital
"θερμό χρήμα"
Validierungsergebnis
αποτέλεσμα επαληθεύσεως
Valor
χρεόγραφα
Valor
αξίες
Valor
διαπραγματεύσιμος τίτλος
Valor
τίτλοι
Valor
τίτλος αξία
Valorisierung
αξιοποίηση
Valorisierung
σταθεροποίηση
Value-Line-Composite-Index
ενιαίος δείκτης αξιών μιας σειράς μετοχών επιχειρήσεων
Value-Line-Index
γραμμικός δείκτης αξιών
Value-Manager
διαχειριστής τίτλων
Valuta
αξία ήδη πιστωθείσα
Valuta
αξία
Valuta-Arbitrage
κερδοσκοπία σε ξένο συνάλλαγμα
Valuta-Arbitrage
αρμπιτράζ σε ξένο συνάλλαγμα
Valuta-Klausel
ρήτρα νομίσματος
Valuta-Klausel
δικαίωμα επιλογής μετατροπής
Get short URL