DictionaryForumContacts

   German Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S TV W XZ Ä Ö Ü ß   <<  >>
Terms for subject Labor law (3463 entries)
Reifenwickler κατασκευαστής ελαστικών τροχών
reines Arbeitsentgelt καθαρές αποδοχές
Reinigungsmueller πλύντης σπόρων
Reinverdienst καθαρές αποδοχές
Reisebueroangestellter υπάλληλος ταξιδιωτικού γραφείου
Reismuellereiarbeiter μυλωνάς ορυζομύλων
Reisser λαναριστής
Rekrutierung πρόσληψη
Rente bei Arbeitsunfall σύνταξη εργατικού ατυχήματος
Rente bei Berufskrankheit σύνταξη επαγγελματικής ασθένειας
Rente bei Berufskrankheit σύνταξη λόγω επαγγελματικής ασθένειας
Rente bei Berufskrankheit σύνταξη αναπηρίας από επαγγελματική ασθένεια
Rente für alleinstehende Rentner σύνταξη που καταβάλλεται στους άγαμους συνταξιούχους
Renten συντάξεις
Reparaturmaurer συντηρητής οικοδομών
Repassiererin διορθωτής πλεκτών
repetitive Arbeitsvorgänge επαναλαμβανόμενη εργασία
Reproduktionsfotograf φωτοχαράκτης κλισέ
Requisiteur βοηθός φύλακα των αξεσουάρ θεάτρου και κινηματογράφου
Rettungsgurt εξάρτηση διάσωσης