Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
German
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Ä Ö Ü
ß
<<
>>
Terms for subject
Transport
(42679 entries)
K.W.L.
ίσαλος γραμμή ναυπηγικού σχεδίου
K.W.L.
ίσαλος κατασκευή
K.W.L.
ίσαλος σχεδιάσεως
Kabel
σχοινί
Kabel
αλυσίδα
Kabelbündelschottdurchführung
στεγανοποίηση διόδου καλωδίου από δομικό διάφραγμα
Kabelendkorn
ακροσφαιρίδιο συρματόσχοινου
Kabelfuehrung
οδηγός καλωδίου
Kabelgatt
αποθήκη συρματοσχοίνων
Kabelhalterung ohne Kabelklemme
στήριξη καλωδίου χωρίς κολάρο στερέωσης
Kabelkanal
στοά καλωδίων θυροφράγματος
Kabelkanal
χαντάκι για τη διέλευση ηλεκτρικού καλωδίου
Kabelkasten
κιβώτιο συνδέσμου
Kabelkette
αλυσίδα άγκυρας
Kabelkran auf Schienen
εναέριο βαγονέτο
Kabelkran auf Schienen
κρεμαστός σιδηρόδρομος
Kabellaenge
εκατό οργυές
Kabellaenge
μήκος αλυσίδας
Kabeltau
λαντζάνα
Kabeltau
λατζάνα
κοινώς
Get short URL