Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
German
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Ä Ö
Ü
ß
<<
>>
Terms for subject
Life sciences
(11298 entries)
jaehrliche Ergiebigkeit eines Niederschlagsgebietes
ετήσια απόδοσις λεκάνης απορροής
jaehrliche Speicherung
ετησία υδαταποθήκευσις
jaehrlicher Betrag der Abnahme
ετήσιον ποσοστόν εξαντλήσεως
Jahr der Fertigstellung
έτος αποπεράτωσης
Jahresgang der Windgeschwindigkeit
ετήσια μεταβολή ταχύτητας ανέμου
Jahreshochwasser
ετησία πλημμύρα
Jahreshochwasser
μεγίστη πλημμύρα
Jahresspeicher
ταμιευτήρας ετήσιας βάσης
Jahresspeicher
ταμιευτήρας ετήσιας ρύθμισης
jahreszeitliche Speicherung
εποχιακή υδαταποθήκευσις
jahreszeitliche Variabilität
εποχιακή μεταβλητότητα του όζοντος
Jahrhundertwind
θυελλώδης άνεμος
jährliche Aberration
ετήσια αποπλάνηση
jährliche Lufttemperatur
μέση ετήσια θερμοκρασία αέρος
jährliche Niederschlagshöhe
ετήσιο ύψος ατμοσφαιρικών κατακρημνισμάτων
jährliche Schwankung der Bodentemperatur
ετήσια διακύμανση θερμοκρασίας εδάφους
jährliche Welle
ετήσια κύμανση της πίεσης
Jamswurzel
ίγναμα 2. βατάτα 3. διοσκορία 4. διοσκορεϊδες ή διοσκοριδία
(όταν στον πληθ.)
igname
(ινιάμ)
Japan-Sardelle
γαύρος της Ιαπωνίας
japanische Weinbeere
ασιατικά σμέουρα
Get short URL