Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
German
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X Y
Z
Ä Ö
Ü
ß
<<
>>
Terms for subject
Obsolete / dated
(578 entries)
Kurtschatovium
κουρτσατόβιο
längerfristiger Aufenthalt
διαμονή επί μακρόν
langfristiger Aufenthalt
διαμονή επί μακρόν
Leben in unterstützender Umgebung
περιβάλλον υποβοηθούμενης διαβίωσης
lebensmittelbedingte Antibiotikaresistenz
τροφιμογενής μικροβιακή αντοχή
leibliches Kind
γνήσιος κατιών
Leihmutter
δάνεια μήτρα
Leihmutter
δανεική μητέρα
Lugano-Übereinkommen von 1988
Σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις
Lutetium
κασσιόπιο
Mehrfachvisum
πολλαπλή θεώρηση
Mexikanisches Influenza-Virus
ιός της γρίπης των χοίρων
Mexikanisches Influenza-Virus
ιός της μεξικανικής γρίπης
Milzbrand
νόσος του άνθρακα
minimale Hemmkonzentration
ελάχιστη ανασταλτική πυκνότητα
Mission der Organisation der Vereinten Nationen in der Demokratischen Republik Kongo
Αποστολή των Ηνωμένων Εθνών στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό
Mitleidsindikation
συγκαταβατική χορήγηση ερευνητικού φαρμάκου κατ' εξαίρεση
Mittelmeerstör
ξυρήχι
molare Masse
μοριακό βάρος
Molmasse
μοριακό βάρος
Get short URL