DictionaryForumContacts

   German Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z Ä Ö Ü ß   <<  >>
Terms for subject Construction (6117 entries)
K2S2O8 υπερθειικό κάλιο
Kabelbagger εκσκαφέας με κάδο κρεμαστό σε συρματόσχοινο
Kabelbruecke καλοδιωτή γέφυρα
Kabelbruecke κρεμαστή γέφυρα
Kaempfergelenk άρθρωση γενέσεως
Kalandriagefaesskonstruktion κατασκευή του δοχείου της καλάνδριας
Kalfaterverbindung μαστίχη στεγανότητος
Kaliumpersulfat υπερθειικό κάλιο
Kalk-Zementmoertel τσιμέντο-ασβεστοκονίαμα
Kalkabfall απόβλημα ασβέστου
Kalkbrei ασβεστόπαστα
Kalkkitt στόκος
Kalkkitt μαστίχη υαλοπινάκων
Kalksandsteine ασβεστοπυριτιακό τούβλο
Kalkschlamm ασβεστόπαστα
Kamin-Entwaesserung κατακόρυφος στραγγιστήρ
Kamindraen κατακόρυφος στραγγιστήρ
Kamineffekt φαινόμενο της καμινάδας
Kaminstein σωλήνας καπνοδόχου
Kammdrän κατακόρυφο ή κεκλιμένο στραγγιστήριο