DictionaryForumContacts

   German Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S TV WY Z Ä Ö Ü ß   <<  >>
Terms for subject Insurance (2733 entries)
Hilfskasse ταμείο οικονομικής βοήθειας
Hilfskasse auf Gegenseitigkeit der Arbeitgeber Ταμείο αλληλοβοήθειας εργοδοτών
Hilfskasse für die Kranken- und Invalidenversicherung Επικουρικό Ταμείο ασφάλισης ασθένειας-αναπηρίας
Hilfsverein auf Gegenseitigkeit φιλική αλληλασφαλιστική εταιρία
Hinterbliebenenbezug μέριμνα για τους επιζώντες
Hinterbliebenenbezug παροχές επιζώντων
Hinterbliebenenrente σύνταξη επιζώντος
Hinterbliebenenversorgung παροχές επιζώντων
Hinterbliebenenversorgung μέριμνα για τους επιζώντες
hinzugefügte Jahre προστιθέμενα έτη
Hinzuverdienstgrenze περιορισμός εισοδήματος από εργασία και σύνταξη μέχρις ενός ορισμένου ορίου
Höchstbetrag der Entschädigung μέγιστη αποζημίωση
höchste Entschädigungssumme όριο αποζημίωσης
Höchstgrenze der Krankenversicherungspflicht ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών για τον κλάδο ασθένειας
Höchsthaftungssumme für einen Block ανώτατο όριο ασφάλισης ενός συγκεκριμένου τετραγώνου κτιρίων
Höchstlaufzeit μέγιστη/ανώτατη προθεσμία αποπληρωμής
höchstmöglicher Verlust μέγιστη πιθανή ζημιά
Höchstwertklausel ρήτρα μεγάλης αξίας
Hochzinswährung νόμισμα υψηλού επιτοκίου
Hoechstbetrag der gefordert werden kann μέγιστο διεκδικητέο ποσό