DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T V W X Z Ü   <<  >>
Terms for subject Energy industry (2146 entries)
unabhängiger Erzeuger ανεξάρτητος παραγωγός
unbeeinflußter Strom αναμενόμενο ρεύμα
unbeschränkte lineare Energieübertragung απεριόριστη γραμμική μεταφορά ενέργειας
ungesättigter Kohlenwasserstoff ακόρεστος υδρογονάνθρακας
unkonventionelles Erdgas μη συμβατικό φυσικό αέριο
unkonventionelles Gas μη συμβατικό φυσικό αέριο
Unterbrechung der Energieversorgung διαταραχές του εφοδιασμού
unterbrechungsfreie Stromversorgung τροφοδοτικό αδιάκοπης παροχής
unterbrechungsfreie Stromversorgung τροφοδοτικό αδιάλειπτης παροχής
unterirdischer Gasspeicher υπόγεια αποθηκευτική εγκατάσταση φυσικού αερίου
unterirdischer Gasspeicher υπόγεια εγκατάσταση αποθήκευσης φυσικού αερίου
Unterputzhahn εντοιχισμένος κρουνός
Unterseekabel für den Energietransport υποβρύχιο καλώδιο μεταφοράς ενέργειας
Unterseekabel für den Energietransport υποθαλάσσιο καλώδιο μεταφοράς ενέργειας
Unterwasser-Erdgasleitung υποβρύχιος σωληναγωγός φυσικού αερίου
Unterwasser-Erdgasleitung υποθαλάσσιος αγωγός αερίου
Unterwasserkabel υποθαλάσσιο καλώδιο
Unterwasserkabel υποβρύχιο καλώδιο
unverbleiter Kraftstoff αμόλυβδη βενζίνη
Urankonzentrationsanlage εγκατάσταση συγκέντρωσης ουρανίου