DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T V W X Z Ü   <<  >>
Terms for subject Energy industry (2146 entries)
Heizgasmengen κατανάλωση συμπληρωματική της ψυχρής εποχής
Heizkessel mit Doppelfunktion λέβητας διπλής λειτουργίας
Heizkraftwerk θερμοηλεκτρικό εργοστάσιο δια συνδυασμένη παραγωγή ρεύματος και θερμότητος
Heizleistungszahl συντελεστής θερμικής απόδοσης
Heizleistungsziffer συντελεστής θερμικής απόδοσης
Heizofen θερμάστρα
Heizöl πετρέλαιο θέρμανσης
Heizöl πετρέλαιο εσωτερικής καύσης
Heizöl leicht ελαφρό μαζούτ
Heizöl mittel μεσαίο μαζούτ
Heizwirkungsgrad απόδοση θέρμανσης
Heizziffer δείκτης θέρμανσης
Herabsetzung der Energieintensität παραγωγή με μειωμένη ενεργειακή ένταση
Herstellung von Kernbrennstoffe παρασκευή πυρηνικών καυσίμων
HGÜ-Verbindung σύνδεση συνεχούς ρεύματος υψηλής τάσης
hochangereichertes Uran καθαρό ουράνιο
Hochdrucknetz für den Transport von Erdgas δίκτυο αεριαγωγών υψηλής πίεσης
Hochenergie-Gleichstromversorgungsgerät τροφοδοτικό συνεχούς ρεύματος υψηλής ισχύος
Hochenergiezentrum κέντρο μελέτης υψηλών ενεργειών
hochentzündliches Gas πολύ εύφλεκτο υγρό