DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W Z   <<  >>
Terms for subject Municipal planning (1780 entries)
Einsammeln von Müllsäcken συλλογή σάκκων απορριμμάτων
Einschnuerungszahl συντελεστής εκφόρτισης
Einschnuerungszahl συντελεστής παροχής
Einschnürung des Schornsteines στένωση καπνοδόχου
einstellbares Lueftungsgitter πλέγμα με διάταξη ρύθμισης
Einstellplatz υπαίθριος χώρος στάθμευσης
Einstellplatz σταθμός αυτοκινήτων
Einstroemkammer θάλαμος αναρρόφησης
Einstroemkammer θάλαμος εισαγωγής
Einstroemstutzen στόμιο εισαγωγής
einströmende Luft εισερχόμενος αέρας
Eintrittsleitapparat διανομέας
Eintrittsleitapparat ευθυντήρια πτερύγια στην εισαγωγή
Einwachsen στίλβωση δαπέδων
Einweichen διαβροχή
einzeln verknotete Glass Perlen γυάλινες χάντρες χωρισμένες με κόμπους
Einzelrauchabführung εξαγωγή των καπνών από ξεχωριστές καπνοδόχους
Einzelwaescherei καθαριστήριο ατομικής εξυπηρέτησης
Eiseimer κάδος για πάγο
Eiszange λαβίδα για πάγο