Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Swedish
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
P
Q
R
S
T
U
V
W
Y
Z
Ö
<<
>>
Terms for subject
Economy
(9705 entries)
facilitet för exogena chocker
μηχανισμός βοήθειας περιορισμού των εξωγενών πληγμάτων
faciliteter för handikappade
μέσα διευκόλυνσης των ατόμων με ειδικές ανάγκες
fackförbund
συνδικαλιστική συνομοσπονδία
fackförening
συνδικάτο
fackföreningsfrihet
συνδικαλιστικές ελευθερίες
fackföreningsval
συνδικαλιστικές εκλογές
fackliga rättigheter
συνδικαλιστικά δικαιώματα
fackligt ombud
συνδικαλιστικός εκπρόσωπος
faktorprisindex
δείκτης κόστους κατασκευής
fakturering
τιμολόγηση
fakultativ reserverad term
αποκλειστικός όρος
fakultativ reserverad term
προαιρετικός όρος
fallande inflation
υποχώρηση του πληθωρισμού' μείωση του πληθωρισμού
fallande inflation
αντιπληθωρισμός
fallande inflation
αντιστροφή των πληθωριστικών πιέσεων
fallstudie
περιπτωσιολογική μελέτη
fältundersökning
έρευνα πεδίου
familj
οικογένεια
familj genom ingifte
οικογένεια εξ αγχιστείας
familj med en förälder
μονογονική οικογένεια
Get short URL