Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Swedish
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Å Ä
Ö
<<
>>
Terms for subject
Economy
(9705 entries)
rättighetsberövande
στέρηση των δικαιωμάτων
rättsfel
δικαστική πλάνη
rättsfilosofi
φιλοσοφία του δικαίου
rättshistoria
ιστορία του δικαίου
rättshjälp
ευεργέτημα πενίας
rättskälla
πηγή δικαίου
rättskapacitet
(rättigheter och skyldigheter)
δυνατότητα άσκησης δικαιώματος
rättskapacitet
ικανότητα δικαίου
rättslig åtgärd
δικαστική δίωξη
rättslig grund
νομική βάση
rättslig handlingsförmåga
ικανότητα προς σύναψη συμβάσεως
rättslig status
νομικό καθεστώς
rättslig undersökning
διεξαγωγή αποδείξεων
rättsmedel
ένδικο μέσο
rättsmissbruk
κατάχρηση δικαιώματος
rättssociologi
κοινωνιολογία του δικαίου
rättsstat
κράτος δικαίου
rättssystem
δικαστικό σύστημα
rättsväsendets oberoende
ανεξαρτησία της δικαιοσύνης
råvaror och specialutrustning
πρώτες ύλες και ειδικοί εξοπλισμοί
Get short URL