DictionaryForumContacts

   Swedish Greek
A B C D E F G H I J K L M NP Q R S T U V WY Z Å Ä Ö   <<  >>
Terms for subject Economy (9705 entries)
gemenskapsmetoden αρχή της κοινοτικοποίησης
gemenskapsskatt κοινοτικός φόρος
gemenskapstransitering κοινοτική διαμετακόμιση
generalagent ανάδοχος
generaldirektör som ansvarar för budgeten γενικός διευθυντής προϋπολογισμών
generationsförnyelse αντικατάσταση των γενεών
generationskonflikt σύγκρουση γενεών
generiskt läkemedel φάρμακο κοινόχρηστης ονομασίας
genetik γενετική
genom att göra en sammanställning över resurser och behov δια της απογραφής των παραγωγικών δυνατοτήτων και αναγκών
genomföra en etapp i förverkligandet av etableringsfriheten η πραγματοποίηση ενός σταδίου της ελευθερίας εγκαταστάσεως
genomförandeförordning εκτελεστικός κανονισμός
genomförandeorganet för hälso- och konsumentfrågor Εκτελεστικός Οργανισμός για τους Καταναλωτές, την Υγεία και τα Τρόφιμα
genomförandeorganet för konkurrenskraft och innovation Εκτελεστικός Οργανισμός για τις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις
genomförandeorganet för konsument-, hälso- och livsmedelsfrågor Εκτελεστικός Οργανισμός για τους Καταναλωτές, την Υγεία και τα Τρόφιμα
genomförandeorganet för små och medelstora företag Εκτελεστικός Οργανισμός για τις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις
genomförbarhetsstudie μελέτη σκοπιμότητας
genomgångsland διαβατική χώρα
genomgångsland χώρα διέλευσης
genomslagshållfasthet διηλεκτρική αντοχή