DictionaryForumContacts

   Swedish Greek
A B C D E F G H I J K L M N O PR S T U V W X Y Z Å Ä Ö   <<  >>
Terms for subject General (15285 entries)
akten om allmänna direkta val av ledamöter av Europaparlamentet Πράξη της 20ής Σεπτεμβρίου 1976 περί της εκλογής των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση και καθολική ψηφοφορία
akter ut προς την πρύμνη
aktie μερίδιο
aktiemarknad χρηματιστήριο
aktieoption δικαίωμα προαίρεσης μετοχών
aktion ενέργεια
aktiv ενεργή
aktiv ενεργό
aktiv korruption ενεργητική δωροδοκία
aktivist ακτιβιστής
aktivitet δραστηριότητα
aktivitet ενεργότητα
aktivitet πυρηνική δραστηριότητα
aktualisera ενημερώνω
aktuell τρέχων
aktuell kunskapsnivå κατάσταση της τεχνολογίας; εξέλιξη της τεχνολογίας
akustisk volym ένταση ακουστικού σήματος
akustisk volym ακουστική ένταση
akut οξύς
åläggande επιβολή