DictionaryForumContacts

   Swedish Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P R S T U V W Y   <<  >>
Terms for subject Law (10741 entries)
ajournering αναβολή
åklagare εισαγγελέας
åklagare vid ICTR Εισαγγελέας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για τη Ρουάντα
åklagare vid ICTR Εισαγγελέας του TPIR
åklagare vid Icty Εισαγγελέας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για την Πρώην Γιουγκοσλαβία
åklagare vid Icty Εισαγγελέας του ICTY
åklagare vid Internationella tribunalen för f.d. Jugoslavien Εισαγγελέας του ICTY
åklagare vid Internationella tribunalen för f.d. Jugoslavien Εισαγγελέας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για την Πρώην Γιουγκοσλαβία
åklagare vid Internationella tribunalen för Rwanda Εισαγγελέας του TPIR
åklagare vid Internationella tribunalen för Rwanda Εισαγγελέας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για τη Ρουάντα
åklagarmyndighet εισαγγελική αρχή ; εισαγγελία
åklagarmyndighet διωκτική αρχή
akt φάκελλος
akt φάκελλος υπόθεσης
akt δικογραφία
akt om ändring av protokollet om Europeiska investeringsbankens stadga som ger befogenhet åt bankens råd att upprätta en europeisk investeringsfond Πράξη για την τροποποίηση του Πρωτοκόλλου περί του καταστατικού της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων με την οποία εξουσιοδοτείται το Συμβούλιο των διοικητών να ιδρύσει Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων
Akt om villkoren för Konungariket Norges, Republiken Österrikes, Republiken Finlands och Konungariket Sveriges anslutning till de fördrag som ligger till grund för Europeiska unionen och om anpassning av fördragen Πράξη περί των όρων προσχωρήσεως του Βασιλείου της Νορβηγίας, της Δημοκρατίας της Αυστρίας, της Δημοκρατίας της Φινλανδίας και του Βασιλείου της Σουηδίας και των προσαρμογών των συνθηκών επί των οποίων βασίζεται η Ενωση
äktenskaplig hemvist συζυγική εστία
äktenskaplig hemvist συζυγική κατοικία
äktenskapligt band αποδυνάμωση του δεσμού του γάμου