Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Swedish
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Å Ä
Ö
<<
>>
Terms for subject
Economy
(9705 entries)
genom att göra en sammanställning över resurser och behov
δια της απογραφής των παραγωγικών δυνατοτήτων και αναγκών
genomföra en etapp i förverkligandet av etableringsfriheten
η πραγματοποίηση ενός σταδίου της ελευθερίας εγκαταστάσεως
genomförandeförordning
εκτελεστικός κανονισμός
genomförandeorganet för hälso- och konsumentfrågor
Εκτελεστικός Οργανισμός για τους Καταναλωτές, την Υγεία και τα Τρόφιμα
genomförandeorganet för konkurrenskraft och innovation
Εκτελεστικός Οργανισμός για τις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις
genomförandeorganet för konsument-, hälso- och livsmedelsfrågor
Εκτελεστικός Οργανισμός για τους Καταναλωτές, την Υγεία και τα Τρόφιμα
genomförandeorganet för små och medelstora företag
Εκτελεστικός Οργανισμός για τις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις
genomförbarhetsstudie
μελέτη σκοπιμότητας
genomgångsland
διαβατική χώρα
genomgångsland
χώρα διέλευσης
genomslagshållfasthet
διηλεκτρική αντοχή
geofysisk miljö
γεωφυσικό περιβάλλον
geografisk rörlighet
γεωγραφική κινητικότητα
geografisk spridning
γεωγραφική κατανομή
geografiska kommittén
γεωγραφική επιτροπή
geografiskt informationssystem
σύστημα γεωγραφικής πληροφόρησης
Georgien
Γεωργία
geotermisk energi
γεωθερμική ενέργεια
geovetenskap
γεωλογικές επιστήμες
getkött
αίγειο κρέας
Get short URL