DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I J K L M N P Q R S T U V W Y Z Ö   <<  >>
Terms for subject Economy (9705 entries)
parlamentarisk församling κοινοβουλευτική συνέλευση
parlamentarisk fråga κοινοβουλευτική ερώτηση
parlamentarisk immunitet βουλευτική ασυλία
parlamentarisk kontroll κοινοβουλευτικός έλεγχος
parlamentarisk utredning κοινοβουλευτική έρευνα
parlamentariskt system κοινοβουλευτικό πολίτευμα
parlamentets arbetsordning κανονισμός του Κοινοβουλίου
parlamentets befogenheter αρμοδιότητες του Κοινοβουλίου
parlamentets sammansättning σύνθεση του Κοινοβουλίου
parlamentets talman πρόεδρος του Κοινοβουλίου
parlamentets vice talman αντιπρόεδρος του Κοινοβουλίου
parlamentsbibliotek κοινοβουλευτική βιβλιοθήκη
parlamentsdebatt κοινοβουλευτική συζήτηση
parlamentsdelegation κοινοβουλευτική αντιπροσωπεία
parlamentskammare κοινοβουλευτικό σώμα
parlamentsomröstning κοινοβουλευτική ψηφοφορία
parlamentspresidium προεδρείο του Κοινοβουλίου
parlamentsresolution ψήφισμα του Κοινοβουλίου
parlamentssammanträde κοινοβουλευτική συνεδρίαση
parternas bostadsort η κατοικία των μερών