DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I J K L M N O P R S T U V W X Y Z   <<  >>
Terms for subject General (15285 entries)
eftergivlighet προσαρμοστικότητα
efterkrissituation υπό συνθήκες µετά από κρίση
efterlevande κατιόντες
efterlevande make επιζών σύζυγος
efterlysa γνωστοποιώ
eftermiddag απόγευμα
eftersläpningen för mindre gynnade regioner η καθυστέρηση των λιγότερο ευνοημένων περιοχών
eftersökningsuppgift αποστολή έρευνας αέρος
efterställda skulder στοιχεία του παθητικού μειωμένης εξασφάλισης
eftersträva επιδιώκω
eftertanke αντανάκλαση
efterträda διαδέχομαι
efterträdare διάδοχος
EG:s informationskontor Ευρωπαϊκό Πληροφοριακό Κέντρo
EG:s informationskontor ευρωπαϊκό κέντρο πληροφοριών
EG:s informationskontor ευρωπαϊκό κέντρο πληροφόρησης
EG:s övervakningsdelegation Αποστολή Επιτήρησης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας
EG:s Task Force Ομάδα Δράσης (Task Force) των ΕΚ
egen κύριος
egenansvar ανάληψη ευθύνης