DictionaryForumContacts

   Latvian Greek
A B C D E F G H I J K L M N O PR S T U V W X Y Z Ā Č Ē Ģ Ī Ķ Ļ Ņ Š Ū Ž   <<  >>
Terms for subject General (2933 entries)
Drošības izpētes institūts Ινστιτούτο Μελετών για θέματα Ασφάλειας
drošības klasifikācijas rokasgrāmata οδηγός διαβαθμίσεων ασφαλείας
Drošības komiteja (GNSS eksperti) Επιτροπή Ασφαλείας (Εμπειρογνώμονες GNSS)
Drošības komiteja Επιτροπή Ασφαλείας
drošības pielaide εξουσιοδότηση ασφαλείας προσωπικού
drošības sektora reforma μεταρρύθμιση του τομέα της ασφάλειας
drošības telpa εναπομένων χώρος
drošības tīkls δίχτυ ασφαλείας
dublējošā centrālā vienība Σύστημα συνέχισης της λειτουργίας
Dublinas sašaurinātā grupa μίνι-ομάδα του Δουβλίνου; τοπική ομάδα του Δουβλίνου
dubults balsu vairākums διττή πλειοψηφία
dubults balsu vairākums διπλή πλειοψηφία
dubults kvalificēts vairākums διττή ενισχυμένη πλειοψηφία
dubults kvalificēts vairākums διπλή ενισχυμένη πλειοψηφία
dubults vienkāršais vairākums διπλή απλή πλειοψηφία
dubults vienkāršais vairākums διττή απλή πλειοψηφία
dūņas ιλύς
dzimuma un vecuma rādītājs δείκτης φύλου-ηλικίας
dzimumnoziegumi έγκλημα κατά της γενετήσιας ελευθερίας
dzimumorgānu izkropļošana ακρωτηριασμός των γεννητικών οργάνων