DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I J K L M N O P R S T U V Y Z   <<  >>
Terms for subject Economy (7944 entries)
pākšu dārzenis ψυχανθές
palielinoša ietekme πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα
palielinoša ietekme καταλυτική επίδραση
pamatiedzīvotāji αυτόχθονος πληθυσμός
pamatiniciatīva εμβληματική πρωτοβουλία
pamatkapitāla finansējums χρηματοδότηση από ίδια κεφάλαια
pamatkapitāls πάγιο κεφάλαιο
pamatkapitāls πάγια περιουσιακά στοιχεία
pamatkapitāls πάγιες εγκαταστάσει
pamatkapitāls πάγιο ενεργητικό
pamatvajadzības θεμελιώδεις ανάγκες
pamesta zeme εγκαταλειμμένη γη
papildatvieglojumi πρόσθετες απολαβές
papildienākumi πρόσθετο εισόδημα
papildinājuma princips αρχή της προσθετικότητας
papildizmaksas οριακό κόστος
papildizmaksas πρόσθετο κόστος
papildnolīgums συμφωνία συμπληρωματικότητας
papildvēlēšanas αναπληρωματικές εκλογές
papīrnauda πιστωτικό χρήμα