DictionaryForumContacts

   
B E I J K L M N P R S T U V   >>
Terms for subject Insurance (138 entries)
kaptiivkindlustusandja εξαρτημένη ασφαλιστική επιχείρηση
kasumiosalus συμμετοχή στα κέρδη
kasumis osalemine συμμετοχή στα κέρδη
kaudne kahju επακόλουθη ζημιά
keskkonnakahju kindlustus ασφάλιση αστικής ευθύνης από περιβαλλοντολογική καταστροφή
kindlustusagent ασφαλιστικός πράκτορας
kindlustusandja ασφαλιστική επιχείρηση
kindlustuse lisaomavahendite kirje ασφαλιστικά στοιχεία συμπληρωματικών ιδίων κεφαλαίων
kindlustuse tagamise skeem σύστημα ασφαλιστικής αποζημίωσης
kindlustusega kombineeritud jaeinvesteerimistoode ασφάλιση υπό μορφή PRIP
kindlustusega seotud väärtpaber χρεόγραφο που συνδέεται με ασφαλίσεις
kindlustusinvesteerimistoode επενδυτικό ασφαλιστικό προϊόν
kindlustusinvesteerimistoode ασφαλιστικό προϊόν με στοιχεία επενδύσεων
kindlustuskaitse ασφαλιστική κάλυψη
kindlustuskohustus υποχρέωση ασφάλισης
kindlustusleping ασφαλιστήριο
kindlustuslepingust tulenev kohustus υποχρέωση ασφάλισης
kindlustuslepingust tulenev nõue απαιτήσεις εξ ασφαλίσεως
kindlustusmaakler ασφαλιστικός μεσάζων
kindlustusmaakler πράκτορας ασφαλειών