Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Estonian
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
R
S
T
U
V
W
Y
Z
<<
>>
Terms for subject
Economy
(8036 entries)
ahi
κάμινος
aiandus
κηποκομία
ainuõiguslik ostukokkulepe
αποκλειστική αγορά
ainuõiguslik turustuskokkulepe
αποκλειστική διανομή
ainuvalitsus
μονοκρατορία
ajaleht
εφημερίδα
ajalised korrigeerimistegurid
συντελεστές χρονικής διόρθωσης
ajutine import
προσωρινή ατέλεια
ajutine kaheteistkümnendik
προσωρινά δωδεκατημόρια
ajutine komisjon
επιτροπή ad hoc
ajutine töö
έκτακτη εργασία
ajutise tööhõive asutus
επιχείρηση μίσθωσης εργατικού δυναμικού
akadeemiline vabadus
ελευθερία εκπαίδευσης
aktiivsuse määr
ποσοστό απασχολουμένων
aktiivsuse määr
ποσοστό απασχόλησης
aktiivsuse määr
συμμετοχή στην αγορά εργασίας
aktsepteeritav vara
αποδεκτό περιουσιακό στοιχείο
aktsia
μετοχή
aktsiaselts
ανώνυμη εταιρεία
akulturatsioon
πολιτιστική αφομοίωση
Get short URL