Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Dutch
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X Y
Z
Ï Ë
<<
>>
Terms for subject
Insurance
(2778 entries)
ladingverzekering
ασφάλεια εμπορευμάτων
land van vestiging van de verzekeraar
χώρα εγκατάστασης του ασφαλιστή
land waar de bedrijfsactiviteit wordt uitgeoefend
χώρα άσκησης της δραστηριότητας
landbouw-OWM
αγροτική αλληλασφαλιστική
landbouwverzekeringswezen
γεωργικές ασφαλίσεις
landbouwverzekeringswezen
καθεστώς γεωργικών ασφαλίσεων
langdurige arbeidsongeschiktheid
μακρόχρονη ανικανότητα
lasterverzekering
ασφάλιση αστικής ευθύνης για δυσφήμηση
latent gebrek
κρυφό ελάττωμα
Leading Underwriter's Agreement
έγκριση του ηγέτη ασφαλιστή
ledematenverlies
απώλεια μελών του σώματος
ledenbijdrage
ατομική πρόσθετη χρέωση μελών ομαδικού προγράμματος
ledenraad
συμβούλιο των μελών εταίρων
ledenvergadering
γενική συνέλευσις των μελών
leeftijdsspecifiek sterftecijfer
ρυθμός θνησιμότητας κατά ηλικία
leeftijdsspecifiek sterftecijfer
ισχύς θνησιμότητας
leeftijdsspecifieke sterftekans
ρυθμός θνησιμότητας κατά ηλικία
leeftijdsspecifieke sterftekans
ισχύς θνησιμότητας
leeftijdsverhoging
αύξηση της ηλικίας
leeftijdsverklaring
δήλωση ηλικίας
Get short URL