Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Dutch
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
R
S
T
U
V
W
X
Z
<<
>>
Terms for subject
Labor law
(3674 entries)
aardewerkdraaier
τορνευτής πορσελάνης
aardewerkschilder
διακοσμητής με πινέλλο
κεραμουργίας
aasgratifikatie
δώρο του Πάσχα
abnormale werktijd
εργασία ακανόνιστου ωραρίου
absenteïsme
απουσία λόγω ασθενείας
absenteïsme
απουσία μισθωτού
achterasbelasting
αποδεκτό φορτίο επί του οπισθίου άξονος
achturige werkdag
οκτάωρη ημέρα
ACTEUR-groep
ομάδα ACTEUR
actiecomité
επιτροπή δράσης
actieve bevolking
ενεργός πληθυσμός
actieve controle
άμεσος έλεγχος της εργασίας
activiteitencentrum
κέντρο επαγγελματικής δραστηριότητας
activiteitsanalyse
ανάλυση δραστηριότητας
ademhalingsbeschermingshelm
αναπνευστικό κράνος
ademhalingsbeschermingsmiddel voor zelfredding
προστατευτική αναπνευστική συσκευή τύπου διαφυγής
ademhalingshygiene bij gebruiker
υγιεινή της αναπνοής του χρήστη
ademhalingstoestel
αναπνευστική συσκευή
adjunct
αναπληρωτής
adjunct
αντικαταστάτης
Get short URL