Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Dutch
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Ï Ë
<<
>>
Terms for subject
Economy
(14482 entries)
wachttermijn bij schade
περίοδος αναμονής αξίωσης
wachttermijn bij schade
συστατική προθεσμία της ασφαλιστικής περίπτωσης
WAEMU-landen
χώρες της ΔΑΟΝΕ
wagenhuur
έξοδα ενοικίασης φορτηγών
wagenhuur
έξοδα μίσθωσης φορτηγών
wagenpark
σύνολο κυκλοφορούντων αυτοκινήτων
waken voor een regelmatige voorziening van de gemeenschappelijke markt
μεριμνούν για τον κανονικό εφοδιασμό της κοινής αγοράς
Wales
Ουαλλία
Wallis en Futuna
Νήσοι Ουώλις και Φουτούνα
walvis
φάλαινα
wapenbeheersing
έλεγχος των εξοπλισμών
wapenbeperking
περιορισμός των εξοπλισμών
wapenembargo
εμπάργκο όπλων
wapenembargo
απαγόρευση εξαγωγών όπλων
wapenhandel
εμπόριο όπλων
wapenindustrie
βιομηχανία όπλων
wapenopslag
αποθήκευση όπλων
wapens en militaire uitrusting,geleverd door de overheid
στρατιωτικός εξοπλισμός και εφόδια που πωλούνται από το δημόσιο
wapenvoorziening
προμήθεια όπλων
waren- of dienstenklasse
κλάσεις προϊόντων ή υπηρεσιών
Get short URL