DictionaryForumContacts

   Dutch Greek
B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z Ï Ë   <<  >>
Terms for subject Economy (14482 entries)
aanvang met de waardering met het oog op de overdracht αξιολόγηση πριν από την πώληση
aanvangsfase αρχικό στάδιο λειτουργίας
aanvangssaldo μεταφορά από τον προηγούμενο λογαριασμό
aanvankelijke prijs αρχική τιμή
aanvankelijke prijs αρχικό κόστος
aanvoerkosten έξοδα διοχέτευσης ή δαπάνες διοχέτευσης (στην αγορά ή στη χώρα προορισμού) 2. έξοδα μεταφοράς 3. έξοδα προσεγγίσεως (μέχρι τις χώρες προορισμού) 4. έξοδα τοποθετήσεως (των προϊόντων στη διεθνή αγορά) 5. έξοδα αποστολής
aanvraag tot samenwerking προδιαγραφή συνεργασίας
aanvullend geconsolideerd verlies συνολική πρόσθετη ζημία
aanvullend inkomen πρόσθετο εισόδημα
aanvullend pensioen επικουρική σύνταξη
Aanvullend Protocol bij de Europese Overeenkomst inzake de immuniteit van staten Πρόσθετο πρωτόκολλο στην ευρωπαϊκή σύμβαση περί ασυλίας των κρατών
aanvullende begroting συμπληρωματικός προϋπολογισμός
aanvullende begroting συμπηρωματικός προϋπολογισμός
aanvullende en aangepaste begroting συμπληρωματικός και διορθωτικός προϋπολογισμός
aanvullende en gewijzigde begroting συμπληρωματικός και διορθωτικός προϋπολογισμός
aanvullende financiering συμπληρωματική χρηματοδότηση
aanvullende maatregel buiten het protocol συμπληρωματική ενέργεια εκτός πρωτοκόλλου
aanvullende middelen πρόσθετοι πόροι
aanvullende productgerichte steun συμπληρωματική ενίσχυση για τα προϊόντα
aanvullende raming συμπληρωματικός προϋπολογισμός