DictionaryForumContacts

   Dutch Greek
A B C D E F G H IK L M N O P Q R S T U V W X Y Z Ï Ë   <<  >>
Terms for subject Commerce (1423 entries)
autonome rookdetector αυτόνομος ανιχνευτής καπνού
avant-garde-consument "πρωτοπόρος" καταναλωτής
B2C επιχείρηση προς καταναλωτή
back-office υποστηρικτική υπηρεσία
bagage αποσκευή
bakkerijwagen αυτοκίνητο αρτοποιείο
banderol ταινία φορολογίας
bankcheque τραπεζική επιταγή 2. συναλλαγματική (τραβηκτική)
bankcheque τραπεζική επιταγή
basisbelasting βασικό φορτίο
basisbelasting βασικός φόρτος
basislast βασικός φόρτος
basislast βασικό φορτίο
beëindigde douaneregeling ολοκληρωμένο τελωνειακό καθεστώς
begeleidende maatregelen voor landen van het suikerprotocol συνοδευτικά μέτρα υπέρ των χωρών που έχουν υπογράψει το πρωτόκολλο για τη ζάχαρη
belasting bij invoer επιβάρυνση κατά την εισαγωγή
benadeelde αδικημένο μέρος
Beperkt Comité voor overleg inzake handelsakkoorden met derde landen Επιτροπή Περιορισμένης Σύνθεσης για τις Διαβουλεύσεις που αφορούν τις Εμπορικές Συμφωνίες με Τρίτες Χώρες
beschermde geografische aanduiding προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη
beschermde oorsprongsbenaming προστατευόμενη ονομασία προέλευσης