Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Dutch
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Ï Ë
<<
>>
Terms for subject
Industry
(19412 entries)
aandrijfmechanisme
κινητήριο όργανο
aandrijfriemen
βιομηχανικοί ιμάντες
aandrijfwals
Tύμπανο οδηγός
aandrukhoogte
ύψος σύσφιγξης
aandrukwals
τύμπανο συλλογής
aanduwer
σύστημα τροφοδοσίας φύλλων
aaneengezet schaarblad
πρόσθετη λεπίδα
aaneengezet snijblad
πρόσθετη λεπίδα
aaneenkleven
πρόσφυση πλαστικών υμένων
aangehechte onderlaag
υποστοιβάδα
aangemaakte lijm
προπαρασκευασμένο μίγμα κόλλας
aangesloten plaats
κτυπημένη επιφάνεια
aangevormde cloche
διαμορφωμένη καμπάνα για καπέλα
aangezet been
γάμπα χυτή
aangezet been
πρόσθετο κολλητό ποδαράκι ποτηρικών
aangrenzende industrieregio
όμορη βιομηχανική περιφέρεια
aangrenzende industrieregio
όμορη παρακείμενη γειτονική εκβιομηχανισμένη περιοχή
aanhechten
κολλάω στο ποντέλο
aanhoudtraject bij bakken
περιοχή ψησίματος
aanjager
φυσητήρας πιέσεως
Get short URL