DictionaryForumContacts

   Dutch Greek
A B C D E F G H I J K L M N O PR S T U V W X Y Z Ï Ë   <<  >>
Terms for subject Mechanic engineering (17989 entries)
typeplaat επιγραφή
U-bevestiging βραχίονας από μορφοσίδηρο διατομής Π
U-bout αναβολέας
U-bout καβαλάρης
u-profiel voor hechting μορφοσίδηρος διατομής Π για στερέωση του αποσβεστήρα κρούσεων
U-vormige borgring τραπεζοειδής δακτύλιος στεγανότητας
U-vormige borgring τραπεζοειδής τσιμούχα
U-vormige wig προσθήκη με σχισμή
U-waarde τιμή U
uit de loodlijn ελάττωμα καθετότητας
uit de pas springen υπέρβαση ταχύτητας συγχρονισμού
uit de pas vallen αποσυγχρονισμός
uit de voorraad genomen stuk τυχαίο εξάρτημα ληφθέν μεταξύ ομοειδών
uit de voorraad nemen να αφαιρεθούν τα προφυλακτικά μέτρα αποθήκευσης
uit de voorraad nemen να επανενεργοποιηθεί
uitademklep βαλβίδα εκπνοής
uitbalanceren μεταφορά στη θέση ισορροπίας
uitbalanceren εξισορρόπηση
uitblijvende draadafwerping μη άφεση σύρματος
uitboorbank voor wielbanden μπανταζότορνος