DictionaryForumContacts

   Dutch Greek
A B C D E F G H I J K L M N O PR S T U V W X Y Z Ï Ë   <<  >>
Terms for subject Mechanic engineering (17989 entries)
gaslager αεριολιπαινόμενο έδρανο
gaslagering αεριολιπαινόμενο έδρανο
gaspomp αντλία αερίων
gasscheidingsinstallatie ψυχρό κιβώτιο
gasscheidingsinstallatie συσκευή διαχωρισμού των αερίων
gasschroefdraad σπείρωμα BSP
gasschroefdraad σπείρωμα σωλήνα
gasstarter συμπιεστής εκκίνησης
gasstroom αέριο στρώμα
gasstroom στρώμα αερίου
gastang πένσα για σωλήνες και συνδέσμους σωλήνων
gasturbine met gesloten kringloop αεριοστρόβιλος κλειστού κυκλώματος
gasturbine met regenerator αεριοστρόβιλος κλειστού κυκλώματος
gasturbine-elektrische locomotief αεριοστροβιλάμαξα με ηλεκτρική μετάδοση
gasturbine-nummering γεωμετρική τοπολογία κινητήρα
gasturbinerotor περιστρεφόμενο τύμπανο αεριοστρόβιλου
gasturbinerotor ρότορας αεριοστρόβιλου
gasturbinestarter στροβιλοκίνητος εκκινητήρας
gasuitlaatkegel κώνος εξαγωγής
gasvermenging αρχική περιστροφή εμβολοφόρου κινητήρα