Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Dutch
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Ï Ë
<<
>>
Terms for subject
Mechanic engineering
(17989 entries)
extractietoestel met schrapijzers
τροφοδότης με συρόμενες ράβδους
extruder met dubbele schroef
διπλοκόχλιος εξτρούντερ
extruder met dubbele schroef
διπλοκόχλιος εξωθητής
extrusiematrijs voor het extruderen van metalen
φιλιέρα για πιεστήρια συρματοποίησης
extrusiepers
πιεστήριο
πρέσα
εξώθησης συρματοποίησης
extrusiepers
πιεστήριο συρματοποίησης με κτύπημα
extrusieprofiel
διατομή διαμορφωμένη με την πρέσσα
extrusieprofiel
διατομή πρεσσαριστή
faalveilig slot
κλειδαριά ασφαλείας
faalveilig slot
κλειδαριά με έλεγχο έναντι σφάλματος
fabrieksnagel
ήλωση στο εργοστάσιο
fabrikage-ondersnijding
υποκοπή
factoren takel
παλάγκο με πολύσπαστο
fase
μεταβατική περιοχή επιφάνειας αποβλίττου
fase
μεταβατική περιοχή
fase
μεταβατική περιοχή ελεύθερης επιφάνειας
fasecompensator
αντισταθμιστής φάσης
fasedetector
αισθητήρας μη ισορροπημένων φάσεων
fasen-relais
ηλεκτρονόμος προστασίας φάσεως
fasen-wegval-relais
ηλεκτρονόμος ελλείψεως φάσεως
Get short URL