DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W Z   <<  >>
Terms for subject Social science (3562 entries)
uitkering voor persoonlijke en permanente bijstand aan gepensioneerden wegens arbeidsongeschiktheid επίδομα προσωπικής και συνεχούς βοήθειας στους συνταξιούχους λόγω ανικανότητας προς εργασία
uitkering wegens arbeidsongeschiktheid χρηματικές παροχές λόγω ανικανότητας προς εργασία
uitkeringsfraude καταχρηστική λήψη παροχών
uitkeringsgerechtigde δικαιούχος κοινωνικών επιδομάτων
uitkeringsontvanger δικαιούχος ασφαλιστικών παροχών
uitkeringsstelsel σύστημα παροχών
uitkeringstrekker δικαιούχος ασφαλιστικών παροχών
uitsleep μεταφορά
uitsluiting van informatie αποκλεισμός από την πληροφορία
uitspringen να προεξέχει
uitspringen να υπερβαίνει
uittreding συνταξιοδότηση
uittredingsregeling καθεστώς αποχώρησης
uitvoeren van een survey-onderzoek πραγματοποιώ κοινωνική έρευνα
uitwisselingsprogramma voor jonge landbouwers πρόγραμμα ανταλλαγής των νέων γεωργών
uitwisselingsprogramma voor jonge werknemers Πρόγραμμα ανταλλαγής νέων εργαζομένων
uitzendarbeid προσωρινή απασχόληση
uitzendbedrijf εταιρεία προσωρινής απασχόλησης
uitzendbureau εταιρεία προσωρινής απασχόλησης
uitzendkracht εργαζόμενος σε εταιρία προσωρινής απασχόλησης